sms "Μου λείπεις... Κάθε μέρα και περισσότερο.
Όσο σκέφτομαι τον καιρό που ήμασταν μακριά... τι κρίμα αλήθεια.
Περιμένω να περάσει η ώρα για να ακούσω τη φωνή σου....να σε δω στο μπαλκόνι να με περιμένεις..... Εμένα....μόνο εμένα......"
Ιανουάριος 2006
Μια ιστορία....Μπορεί αληθινή μπορεί ένα παραμύθι.... Ρωτήστε καλύτερα αυτούς που την έζησαν.
Πέμπτη, Ιουνίου 29, 2006
Παρασκευή, Ιουνίου 23, 2006
Ποτάμι....
Τα όσα ήρθαν μετά μόνο με χείμαρρο ή ορμητικό ποτάμι μπορούν να παρομοιαστούν.
Κάθε στιγμή, κάθε λεπτό, μέρα ή νύχτα έκανε αισθητή την παρουσία του.
Δεν υπήρχαν πια Σαββατοκύριακα παύσεων, ούτε ώρες που ήταν απαγορευμένες. Δεν υπήρχε ούτε η απαγόρευση επικοινωνίας μαζί του. Η σιωπηλή εκείνη απαγόρευση που απλά στεκόταν ανάμεσά μας χωρίς να την έχει ξεστομίσει κανείς.
Μπορούσα να τον πάρω είπε, αν ήθελα κάτι. Αν χρειαζόμουν οτιδήποτε. Αν δεν μπορούσε να μιλήσει θα έλεγε κάτι άσχετο και με την πρώτη ευκαιρία θα με έπαιρνε εκείνος.
Διψούσε να μάθει πως ήταν το νέο μου σπίτι. Ήθελε να ξέρει, να μπορεί να με φαντάζεται να κινούμαι, ένοιωθε πως υπήρχαν νέα πράγματα που δεν είχε την ευκαιρία να μοιραστεί μαζί μου.
Μπορούσε μόνο να δει ελάχιστα πράγματα φεύγοντας από το μαγαζί και κατηφορίζοντας το δρόμο για να πάει σπίτι του. Ήθελε να του βγάλω φωτογραφίες, να δει τις λεπτομέρειες, να δει πως ήταν τα δωμάτια, πως το είχα φτιάξει.
Ήθελε να του πω τι έκανα τον καιρό που ήμασταν χώρια. Ήθελε κάθε βράδυ να μιλάμε στο ΜΣΝ, αδιαφορώντας πόσες ώρες πέρναγαν με χαζές, ρομαντικές κουβέντες, ενώ έπρεπε να ξεκουράζεται για να πάει το επόμενο πρωί για δουλειά.
Αν δεν έμπαινα, έστελνε μηνύματα στο κινητό, με περίμεναν εμαιλς, κρυβόταν στα δωμάτια του σπιτιού του για να κάνει αναπάντητες, περνούσε ξανά και ξανά κάτω από το σπίτι μου μόνο για να με προλάβει κάποια στιγμή στο μπαλκόνι..
Δεν υπήρχαν πια μέρες τσεκαρισμένες στο ημερολόγιο....γιορτές για να υπενθυμίζουν πότε μιλήσαμε στο τηλέφωνο.
Κάθε μεσημέρι, μου έστελνε μήνυμα πως φεύγει από το μαγαζί, να βγαίνω στο μπαλκόνι, κι όταν με έβλεπε, έπαιρνε τηλέφωνο. Πολλές φορές λίγο πριν φτάσει στο σπίτι έκανε κύκλους γιατί απλά δεν ήθελε να το κλείσει ή γιατί δεν ήθελα να τον αποχωριστώ..
Η παρουσία του ήταν ασφυκτική. Επίμονη.
Οτιδήποτε έκανε είχε τη λεζάντα "Προσπαθώ... κάνε κάτι κι εσύ...."
Εγώ όμως δεν ήξερα τι να κάνω. Στεκόμουν μουδιασμένη να βλέπω να κάνει τόσα πράγματα για εμένα, με έναν φόβο κρυμένο στο πίσω μέρος του μυαλού μου.
Χαιρόμουν από τη μία μα από την άλλη λυπόμουν γιατί ένα κομμάτι του εαυτού μου το φύλαγα για μένα.
Με ενοχλούσε η ιδέα να "εισβάλλει" στο σπίτι μου, να μάθει τις αγαπημένες μου μεριές. Δεν ήθελα να ξέρει. Ό,τι είχα στήσει μέχρι τότε, ήταν μια ζωή χωρίς εκείνον, μια ζωή όπου το κάθε της βήμα δεν κατέληγε στην αγκαλιά του.
Είχα μάθει να ξυπνάω το πρωί χωρίς να λαχταρώ ένα του μήνυμα, και να κοιμάμαι το βράδυ χωρίς να ρωτάω "Μ'αγάπησε ποτέ;"
Κι ενώ όλα όσα έκανε, κάποτε θα με έκαναν ευτυχισμένη, τρελλή από χαρά, θα μου έδιωχναν και τις τελευταίες μου αμφιβολίες, εγώ αγκάλιαζα την ψυχή μου για να την προστατέψω... Υποσυνείδητα...
Κι εκείνος το ένοιωθε. Δεν ήμουν εκεί. Έκρυβα πράγματα, συναισθήματα, σκέψεις. Προστατευόμουν προσπαθώντας να μην τον προσβάλλω.....
Και συνέχιζε να παλεύει....
Και συνέχιζα να προκαλώ τον εαυτό μου..... "Υπέκυψε.....αντέχεις να σβήσει ξανά η γη κάτω από τα πόδια σου;"
Και η απάντηση για μήνες ήταν "Όχι..."
Εγώ η ηλίθια ρομαντική.....
Εγώ που τα είχα διαλύσει όλα στη ζωή μου χωρίς να το σκεφτώ δεύτερη φορά, τώρα που δεν είχα τίποτα να χάσω, φοβόμουν....
Ήταν η πρώτη φορά που σκέφτηκα πως στο ποτάμι δεν δροσίζεσαι μόνο.
Μπορείς και να πνιγείς.
Και πως όταν γιατρεύεις το πληγωμένο φτερό του αετού, γίνεσαι υπεύθυνος και για τα νύχια του μετά.
Και πολλές φορές τα γεύεσαι και πρώτος.
Κάθε στιγμή, κάθε λεπτό, μέρα ή νύχτα έκανε αισθητή την παρουσία του.
Δεν υπήρχαν πια Σαββατοκύριακα παύσεων, ούτε ώρες που ήταν απαγορευμένες. Δεν υπήρχε ούτε η απαγόρευση επικοινωνίας μαζί του. Η σιωπηλή εκείνη απαγόρευση που απλά στεκόταν ανάμεσά μας χωρίς να την έχει ξεστομίσει κανείς.
Μπορούσα να τον πάρω είπε, αν ήθελα κάτι. Αν χρειαζόμουν οτιδήποτε. Αν δεν μπορούσε να μιλήσει θα έλεγε κάτι άσχετο και με την πρώτη ευκαιρία θα με έπαιρνε εκείνος.
Διψούσε να μάθει πως ήταν το νέο μου σπίτι. Ήθελε να ξέρει, να μπορεί να με φαντάζεται να κινούμαι, ένοιωθε πως υπήρχαν νέα πράγματα που δεν είχε την ευκαιρία να μοιραστεί μαζί μου.
Μπορούσε μόνο να δει ελάχιστα πράγματα φεύγοντας από το μαγαζί και κατηφορίζοντας το δρόμο για να πάει σπίτι του. Ήθελε να του βγάλω φωτογραφίες, να δει τις λεπτομέρειες, να δει πως ήταν τα δωμάτια, πως το είχα φτιάξει.
Ήθελε να του πω τι έκανα τον καιρό που ήμασταν χώρια. Ήθελε κάθε βράδυ να μιλάμε στο ΜΣΝ, αδιαφορώντας πόσες ώρες πέρναγαν με χαζές, ρομαντικές κουβέντες, ενώ έπρεπε να ξεκουράζεται για να πάει το επόμενο πρωί για δουλειά.
Αν δεν έμπαινα, έστελνε μηνύματα στο κινητό, με περίμεναν εμαιλς, κρυβόταν στα δωμάτια του σπιτιού του για να κάνει αναπάντητες, περνούσε ξανά και ξανά κάτω από το σπίτι μου μόνο για να με προλάβει κάποια στιγμή στο μπαλκόνι..
Δεν υπήρχαν πια μέρες τσεκαρισμένες στο ημερολόγιο....γιορτές για να υπενθυμίζουν πότε μιλήσαμε στο τηλέφωνο.
Κάθε μεσημέρι, μου έστελνε μήνυμα πως φεύγει από το μαγαζί, να βγαίνω στο μπαλκόνι, κι όταν με έβλεπε, έπαιρνε τηλέφωνο. Πολλές φορές λίγο πριν φτάσει στο σπίτι έκανε κύκλους γιατί απλά δεν ήθελε να το κλείσει ή γιατί δεν ήθελα να τον αποχωριστώ..
Η παρουσία του ήταν ασφυκτική. Επίμονη.
Οτιδήποτε έκανε είχε τη λεζάντα "Προσπαθώ... κάνε κάτι κι εσύ...."
Εγώ όμως δεν ήξερα τι να κάνω. Στεκόμουν μουδιασμένη να βλέπω να κάνει τόσα πράγματα για εμένα, με έναν φόβο κρυμένο στο πίσω μέρος του μυαλού μου.
Χαιρόμουν από τη μία μα από την άλλη λυπόμουν γιατί ένα κομμάτι του εαυτού μου το φύλαγα για μένα.
Με ενοχλούσε η ιδέα να "εισβάλλει" στο σπίτι μου, να μάθει τις αγαπημένες μου μεριές. Δεν ήθελα να ξέρει. Ό,τι είχα στήσει μέχρι τότε, ήταν μια ζωή χωρίς εκείνον, μια ζωή όπου το κάθε της βήμα δεν κατέληγε στην αγκαλιά του.
Είχα μάθει να ξυπνάω το πρωί χωρίς να λαχταρώ ένα του μήνυμα, και να κοιμάμαι το βράδυ χωρίς να ρωτάω "Μ'αγάπησε ποτέ;"
Κι ενώ όλα όσα έκανε, κάποτε θα με έκαναν ευτυχισμένη, τρελλή από χαρά, θα μου έδιωχναν και τις τελευταίες μου αμφιβολίες, εγώ αγκάλιαζα την ψυχή μου για να την προστατέψω... Υποσυνείδητα...
Κι εκείνος το ένοιωθε. Δεν ήμουν εκεί. Έκρυβα πράγματα, συναισθήματα, σκέψεις. Προστατευόμουν προσπαθώντας να μην τον προσβάλλω.....
Και συνέχιζε να παλεύει....
Και συνέχιζα να προκαλώ τον εαυτό μου..... "Υπέκυψε.....αντέχεις να σβήσει ξανά η γη κάτω από τα πόδια σου;"
Και η απάντηση για μήνες ήταν "Όχι..."
Εγώ η ηλίθια ρομαντική.....
Εγώ που τα είχα διαλύσει όλα στη ζωή μου χωρίς να το σκεφτώ δεύτερη φορά, τώρα που δεν είχα τίποτα να χάσω, φοβόμουν....
Ήταν η πρώτη φορά που σκέφτηκα πως στο ποτάμι δεν δροσίζεσαι μόνο.
Μπορείς και να πνιγείς.
Και πως όταν γιατρεύεις το πληγωμένο φτερό του αετού, γίνεσαι υπεύθυνος και για τα νύχια του μετά.
Και πολλές φορές τα γεύεσαι και πρώτος.
Κυριακή, Ιουνίου 18, 2006
Κρίση ειλικρίνειας
"-Ναι, είμαι μαλάκας. Γιατί πίστευα πως αν δεν σε βλέπω, αν δεν σε ακούω θα μπορούσε όλο αυτό που έζησα να ξεχαστεί. Θα έμενε εκεί ακριβώς που τελείωσε, σαν να μην υπήρξε ποτέ.
Ξεγελάστηκα πιστεύοντας πως θα γυρίσω στη ζωή μου σαν να μην είχα ζήσει σχεδόν τίποτα, σαν να μην σε είχα γνωρίσει.
Μα δεν ήταν έτσι.
Μου έλειπες. Εσύ, το γέλιο σου. Μου έλειπε κάθε μικρή στιγμή που πέρασα μαζί σου.
Αναρωτιόμουν τι να κάνεις, που να είσαι. Ανησυχούσα αν είσαι καλά, αν με έχεις ξεχάσει. Έφτασα πολλές φορές στο σημείο να στείλω ένα μήνυμα. Μα αυτή τη φορά δεν ήταν ο εγωισμός μου που με κρατούσε αλλά η γνώση πως είχα κάνει τα πράγματα όσο χάλια, είχα πει κουβέντες που δεν έπρεπε καν να τις σκεφτώ, μας είχα φτάσει σε ένα σημείο χωρίς επιστροφή. Και μετάνοιωνα κάθε μέρα γιαυτό. Ήξερα πως είναι λάθος να είμαστε χωριστά, μα δεν ήξερα πως να το διορθώσω.
Έβλεπα πως είχες μετακομίσει, έβλεπα που ακριβώς έμενες και σκεφτόμουν αν έρθω και χτυπήσω την πόρτα σου, θα με έδιωχνες;
Δεν ξέρω τι ακριβώς θα έλεγα. Ξέρω όμως πως αν στεκόμουν εκεί μπροστά σου θα ήξερες με μιας για ποιο λόγο βρισκόμουν εκεί.
Ο χωρισμός μας ήταν μάταιος. Για άλλη μια φορά όλα μου τα προβλήματα τα ξέσπασα σε σένα. Όπως πάντα. Επειδή ήξερα πως θα καταλάβαινες. Επειδή ήξερα πως θα με δικαιολογούσες. Μα δεν ήξερα πως ο δρόμος της επιστροφής θα ήταν τόσο δύσκολος γιατί όπως κι εσύ μου είπες σε αδίκησα.
Ξέρω ότι έκανα ένα τεράστιο λάθος. Δεν μπορώ να σε βγάλω από τη ζωή μου. Είσαι το ομορφότερο κομμάτι της, είσαι ο άνθρωπος που στάθηκε δίπλα μου, που με καταλάβαινε, μου θύμισε τον έρωτα που είχα ξεχάσει, με έσπρωχνε να ζω την κάθε μου μέρα διαφορετικά.
Είσαι η γυναίκα που ερωτεύτηκα, και η κάθε μέρα μακριά σου αποδείχτηκε η χειρότερή μου τιμωρία.
Δεν περιμένω να ξεχάσεις. Δεν περιμένω να με συγχωρέσεις. Δεν ξέρω αν θα καταφέρουμε ποτέ να είμαστε έτσι όπως ήμασταν.
Ξέρω μόνο πως δεν θέλω να φύγεις από τη ζωή μου. Δεν θέλω να γίνεις μια άγνωστη που θα περνά στο δρόμο. Υπήρξες για μένα το ταίρι μου, το άλλο μου μισό, και θέλω να μου δώσεις μια ευκαιρία μόνο.
Για τίποτα δεν θα πλήγωνα την καρδιά σου και δεν θα ρισκάριζα να σε ξαναχάσω.
Ξέρω τι με περιμένει εκεί έξω χωρίς εσένα, και δεν θέλω να το περάσω με τίποτα ξανά.
Μόνο μια ευκαιρία. Να προσπαθήσω να διορθώσω το λάθος μου.
Αν με αγαπάς ακόμα, την αξίζουμε και οι δύο."
Αυτό βγήκε από τρεις νύχτες που μας βρήκε το ξημέρωμα κουβεντιάζοντας.
Εκτίμησα πως ήταν από τις ελάχιστες φορές που ανοίχτηκε τόσο πολύ μιλώντας μου.
Σκέφτηκα πως κάθε άνθρωπος αξίζει μια δεύτερη ευκαιρία.
Δεν με έπεισε καμμία από τις δύο σκέψεις μου.
Ήμουν ακόμα ερωτευμένη μαζί του...
Ξεγελάστηκα πιστεύοντας πως θα γυρίσω στη ζωή μου σαν να μην είχα ζήσει σχεδόν τίποτα, σαν να μην σε είχα γνωρίσει.
Μα δεν ήταν έτσι.
Μου έλειπες. Εσύ, το γέλιο σου. Μου έλειπε κάθε μικρή στιγμή που πέρασα μαζί σου.
Αναρωτιόμουν τι να κάνεις, που να είσαι. Ανησυχούσα αν είσαι καλά, αν με έχεις ξεχάσει. Έφτασα πολλές φορές στο σημείο να στείλω ένα μήνυμα. Μα αυτή τη φορά δεν ήταν ο εγωισμός μου που με κρατούσε αλλά η γνώση πως είχα κάνει τα πράγματα όσο χάλια, είχα πει κουβέντες που δεν έπρεπε καν να τις σκεφτώ, μας είχα φτάσει σε ένα σημείο χωρίς επιστροφή. Και μετάνοιωνα κάθε μέρα γιαυτό. Ήξερα πως είναι λάθος να είμαστε χωριστά, μα δεν ήξερα πως να το διορθώσω.
Έβλεπα πως είχες μετακομίσει, έβλεπα που ακριβώς έμενες και σκεφτόμουν αν έρθω και χτυπήσω την πόρτα σου, θα με έδιωχνες;
Δεν ξέρω τι ακριβώς θα έλεγα. Ξέρω όμως πως αν στεκόμουν εκεί μπροστά σου θα ήξερες με μιας για ποιο λόγο βρισκόμουν εκεί.
Ο χωρισμός μας ήταν μάταιος. Για άλλη μια φορά όλα μου τα προβλήματα τα ξέσπασα σε σένα. Όπως πάντα. Επειδή ήξερα πως θα καταλάβαινες. Επειδή ήξερα πως θα με δικαιολογούσες. Μα δεν ήξερα πως ο δρόμος της επιστροφής θα ήταν τόσο δύσκολος γιατί όπως κι εσύ μου είπες σε αδίκησα.
Ξέρω ότι έκανα ένα τεράστιο λάθος. Δεν μπορώ να σε βγάλω από τη ζωή μου. Είσαι το ομορφότερο κομμάτι της, είσαι ο άνθρωπος που στάθηκε δίπλα μου, που με καταλάβαινε, μου θύμισε τον έρωτα που είχα ξεχάσει, με έσπρωχνε να ζω την κάθε μου μέρα διαφορετικά.
Είσαι η γυναίκα που ερωτεύτηκα, και η κάθε μέρα μακριά σου αποδείχτηκε η χειρότερή μου τιμωρία.
Δεν περιμένω να ξεχάσεις. Δεν περιμένω να με συγχωρέσεις. Δεν ξέρω αν θα καταφέρουμε ποτέ να είμαστε έτσι όπως ήμασταν.
Ξέρω μόνο πως δεν θέλω να φύγεις από τη ζωή μου. Δεν θέλω να γίνεις μια άγνωστη που θα περνά στο δρόμο. Υπήρξες για μένα το ταίρι μου, το άλλο μου μισό, και θέλω να μου δώσεις μια ευκαιρία μόνο.
Για τίποτα δεν θα πλήγωνα την καρδιά σου και δεν θα ρισκάριζα να σε ξαναχάσω.
Ξέρω τι με περιμένει εκεί έξω χωρίς εσένα, και δεν θέλω να το περάσω με τίποτα ξανά.
Μόνο μια ευκαιρία. Να προσπαθήσω να διορθώσω το λάθος μου.
Αν με αγαπάς ακόμα, την αξίζουμε και οι δύο."
Αυτό βγήκε από τρεις νύχτες που μας βρήκε το ξημέρωμα κουβεντιάζοντας.
Εκτίμησα πως ήταν από τις ελάχιστες φορές που ανοίχτηκε τόσο πολύ μιλώντας μου.
Σκέφτηκα πως κάθε άνθρωπος αξίζει μια δεύτερη ευκαιρία.
Δεν με έπεισε καμμία από τις δύο σκέψεις μου.
Ήμουν ακόμα ερωτευμένη μαζί του...
Πέμπτη, Ιουνίου 15, 2006
Οι εξηγήσεις
Σε εκείνη τη συνάντηση του εξήγησα πως μπορούσα να καταλάβω την ανάγκη του να φλερτάρει. Όπως και την ανάγκη του για επιβεβαίωση. Όσο τον γνώριζα, ήταν ένας πολύ ερωτικός άνθρωπος, πολύ τρυφερός που χρειαζόταν κάποια να του ξυπνήσει τον άντρα μέσα του. Οι συνθήκες και της οικογένειάς του και του περιβάλλοντός του γενικότερα τον ευνούχιζαν κάθε μέρα και από λίγο.
Καταστάσεις που πολλοί δεν θα ανέχονταν εκείνος τις στόλιζε με αισιοδοξία, τις κατάπινε με άνεση και προχωρούσε παρακάτω. Είχε χάσει κομμάτια από το εγώ του και τα έψαχνε σκόρπια σε όποια μπορούσε να του προσφέρει για λίγο αυτό που είχε εκείνη την ώρα περισσότερο ανάγκη.
Συμβάντα που άλλοι θα προφύλασσαν τον εαυτό τους, θα όρθωναν τον εγωισμό τους και θα έδιναν γροθιά στο μαχαίρι για να περισώσουν τουλάχιστον την αξιοπρέπειά τους, εκείνος τα έκανε να μοιάζουν ασήμαντα, και τα προσπέρναγε.....αδιαφορώντας αν τον σιγότρωγαν μυστικά....
Άλλοι.....πιο δυνατοί όμως....όχι αυτός.
"-Και τώρα τι θέλεις ;
-Να είμαστε πάλι μαζί....
-Γιατί;
.............Σιωπή........
-Πως θα μπορούσα να είμαι ξανά μαζί σου...; Δεν σε εμπιστεύομαι πια. Είπες τόσα ψέμματα, έκανες τόσα πράγματα..... Ό,τι όμορφο είχαμε, ό,τι σημαντικό και ιδιαίτερο δεν ήταν παρά μια ιστορία που εσύ μπόρεσες και ξέγραψες με τόση ευκολία...
......Σιωπή........
-Κι ενώ ήρθαμε εδώ, να μου εξηγήσεις, να με πείσεις πως αξίζει τον κόπο να ρισκάρω ακόμα μια φορά μαζί σου, εσύ σιωπάς..
-Εντάξει......είμαι μαλάκας, το παραδέχομαι...."
Ήθελα να τον πάρω αγκαλιά.....να του πω πως όλα θα πάνε καλά....πως δεν ήθελα να θυσιάσει τον εγωισμό του, πως δεν ήμουν εκεί ούτε να τον τιμωρήσω ούτε να τον πονέσω...
Πως ήμουν εκεί γιατί πίστευα ακόμα σε εκείνον, γιατί ήθελα να ξέρει πως ό,τι κι αν ήταν, ό,τι κι αν είχε κάνει, θα ήμουν πάντα ένας από τους ανθρώπους που θα έμενα δίπλα του ό,τι κι αν μάθαινα για εκείνον.
Μα εκείνος σιωπούσε κι αυτό μου έλεγε το εντελώς αντίθετο από εκείνον.
Ναι μεν επέμενε πως δεν θα με ξαναπλήγωνε για τίποτα, πως ήταν πια σίγουρος για τα αισθήματα και των δύο μας, πως άξιζε να ρισκάρει για αυτόν τον Έρωτα, πως ήθελε να είμαστε μαζί, πως το να με βγάλει από τη ζωή του δεν είχε κανένα νόημα αφού πάντα, θα είχαμε έναν ξεχωριστό δεσμό ακόμα κι αν δεν ανταλλάσσαμε ξανά ούτε λέξη..... μα όλα αυτά ήταν σε εμαιλς.
Ποτέ δεν ένοιωσε την μετάνοια, το ρίσκο, την ντροπή που αισθάνεται κάποιος όταν ζητά συγνώμη από κάποιον που διέλυσε. Είχε πάντα ασπίδα του ένα κινητό ή μια οθόνη.
Ποτέ δεν είδε την ανθρώπινη ανάγκη του άλλου να του πει "Με πόνεσες...." και να καταλάβει πως μια ματιά, μια αγκαλιά, ένα χάδι μπορεί να σβήσει πολύ πόνο...
Κι εγώ στεκόμουν εκεί, κοκκαλωμένη από το κρύο και από το φόβο....
Γιατί φοβόμουν πολύ.. Φοβόμουν πως αν κάνω ένα βήμα μπροστά θα χάσω τα λογικά μου τούτη τη φορά.
Δεν μπορούσα να πολεμήσω ούτε άλλα ξενύχτια ούτε άλλα παράπονα.
Ήξερα πως τούτη τη φορά δεν θα μπορούσε τίποτα να με βγάλει από την άβυσσο που θα έπεφτα. Γιατί οι τόσες φορές που με είχε ρίξει στο παρελθόν κι ερχόταν να με βγάλει μου είχαν δείξει και τα όριά μου.
Αυτή τη φορά ούτε ο ψυχίατρος θα βοηθούσε, ούτε τα χάπια, ούτε τα ηρεμιστικά.... Δεν θα βοηθούσαν οι φίλοι, δεν θα είχα κανέναν..... δεν θα είχα ούτε εμένα.
Γιατί ήμουν σίγουρη ότι και το βήμα θα έκανα......και την άβυσσο θα ξαναέβλεπα αργά ή γρήγορα.....
Ήρθε λίγο αργότερα από ό,τι την περίμενα.....
Εκείνο το βράδυ είχε πανσέληνο....
Δεν έδωσα καμμία απάντηση....
Φεύγοντας, με πήρε αγκαλιά και με φίλησε....
Κι είναι αυτό το φιλί που μου θυμίζει το πρώτο μας φιλί....
Και τα δύο φυλαγμένα μέσα στο ψέμα......
Καταστάσεις που πολλοί δεν θα ανέχονταν εκείνος τις στόλιζε με αισιοδοξία, τις κατάπινε με άνεση και προχωρούσε παρακάτω. Είχε χάσει κομμάτια από το εγώ του και τα έψαχνε σκόρπια σε όποια μπορούσε να του προσφέρει για λίγο αυτό που είχε εκείνη την ώρα περισσότερο ανάγκη.
Συμβάντα που άλλοι θα προφύλασσαν τον εαυτό τους, θα όρθωναν τον εγωισμό τους και θα έδιναν γροθιά στο μαχαίρι για να περισώσουν τουλάχιστον την αξιοπρέπειά τους, εκείνος τα έκανε να μοιάζουν ασήμαντα, και τα προσπέρναγε.....αδιαφορώντας αν τον σιγότρωγαν μυστικά....
Άλλοι.....πιο δυνατοί όμως....όχι αυτός.
"-Και τώρα τι θέλεις ;
-Να είμαστε πάλι μαζί....
-Γιατί;
.............Σιωπή........
-Πως θα μπορούσα να είμαι ξανά μαζί σου...; Δεν σε εμπιστεύομαι πια. Είπες τόσα ψέμματα, έκανες τόσα πράγματα..... Ό,τι όμορφο είχαμε, ό,τι σημαντικό και ιδιαίτερο δεν ήταν παρά μια ιστορία που εσύ μπόρεσες και ξέγραψες με τόση ευκολία...
......Σιωπή........
-Κι ενώ ήρθαμε εδώ, να μου εξηγήσεις, να με πείσεις πως αξίζει τον κόπο να ρισκάρω ακόμα μια φορά μαζί σου, εσύ σιωπάς..
-Εντάξει......είμαι μαλάκας, το παραδέχομαι...."
Ήθελα να τον πάρω αγκαλιά.....να του πω πως όλα θα πάνε καλά....πως δεν ήθελα να θυσιάσει τον εγωισμό του, πως δεν ήμουν εκεί ούτε να τον τιμωρήσω ούτε να τον πονέσω...
Πως ήμουν εκεί γιατί πίστευα ακόμα σε εκείνον, γιατί ήθελα να ξέρει πως ό,τι κι αν ήταν, ό,τι κι αν είχε κάνει, θα ήμουν πάντα ένας από τους ανθρώπους που θα έμενα δίπλα του ό,τι κι αν μάθαινα για εκείνον.
Μα εκείνος σιωπούσε κι αυτό μου έλεγε το εντελώς αντίθετο από εκείνον.
Ναι μεν επέμενε πως δεν θα με ξαναπλήγωνε για τίποτα, πως ήταν πια σίγουρος για τα αισθήματα και των δύο μας, πως άξιζε να ρισκάρει για αυτόν τον Έρωτα, πως ήθελε να είμαστε μαζί, πως το να με βγάλει από τη ζωή του δεν είχε κανένα νόημα αφού πάντα, θα είχαμε έναν ξεχωριστό δεσμό ακόμα κι αν δεν ανταλλάσσαμε ξανά ούτε λέξη..... μα όλα αυτά ήταν σε εμαιλς.
Ποτέ δεν ένοιωσε την μετάνοια, το ρίσκο, την ντροπή που αισθάνεται κάποιος όταν ζητά συγνώμη από κάποιον που διέλυσε. Είχε πάντα ασπίδα του ένα κινητό ή μια οθόνη.
Ποτέ δεν είδε την ανθρώπινη ανάγκη του άλλου να του πει "Με πόνεσες...." και να καταλάβει πως μια ματιά, μια αγκαλιά, ένα χάδι μπορεί να σβήσει πολύ πόνο...
Κι εγώ στεκόμουν εκεί, κοκκαλωμένη από το κρύο και από το φόβο....
Γιατί φοβόμουν πολύ.. Φοβόμουν πως αν κάνω ένα βήμα μπροστά θα χάσω τα λογικά μου τούτη τη φορά.
Δεν μπορούσα να πολεμήσω ούτε άλλα ξενύχτια ούτε άλλα παράπονα.
Ήξερα πως τούτη τη φορά δεν θα μπορούσε τίποτα να με βγάλει από την άβυσσο που θα έπεφτα. Γιατί οι τόσες φορές που με είχε ρίξει στο παρελθόν κι ερχόταν να με βγάλει μου είχαν δείξει και τα όριά μου.
Αυτή τη φορά ούτε ο ψυχίατρος θα βοηθούσε, ούτε τα χάπια, ούτε τα ηρεμιστικά.... Δεν θα βοηθούσαν οι φίλοι, δεν θα είχα κανέναν..... δεν θα είχα ούτε εμένα.
Γιατί ήμουν σίγουρη ότι και το βήμα θα έκανα......και την άβυσσο θα ξαναέβλεπα αργά ή γρήγορα.....
Ήρθε λίγο αργότερα από ό,τι την περίμενα.....
Εκείνο το βράδυ είχε πανσέληνο....
Δεν έδωσα καμμία απάντηση....
Φεύγοντας, με πήρε αγκαλιά και με φίλησε....
Κι είναι αυτό το φιλί που μου θυμίζει το πρώτο μας φιλί....
Και τα δύο φυλαγμένα μέσα στο ψέμα......
Χωρίς τίτλο
Κι έτσι βρισκόμασταν αραιά και που στο ΜΣΝ κι αλλάζαμε κουβέντες....
Με τον καιρό η απόσταση που είχαμε κατάφερε να την καλύψει, έσβησε το διάστημα που ήμασταν χώρια, έβλεπα την προσπάθειά του να σβήσει και την απουσία του. Αποφεύγαμε τα δύσκολα θέματα όπως "σύζυγος, ερωμένη, νέα ερωμένη, παιδική φίλη, υπάλληλος" και ξαναμαθαίναμε ο ένας τον άλλον από την αρχή.
Κάποιες από αυτές τις συζητήσεις ήταν μια υπέροχη ανάμνηση με εκείνον να μου θυμίζει το καλό του χιούμορ, την ευκολία του να μεταδίδει την καλή του διάθεση μα το κυριότερο, την αισιοδοξία του.
Μέχρι που η αναμονή που συνήθιζε να με βάζει στο παρελθόν έγινε αβάσταχτη για τον ίδιο και απαιτούσε μια απάντηση. Αν θα δεχόμουν να ξαναγυρίσω κοντά του.
Μια συνομιλία μας κράτησε μέχρι το πρωί.
Εγώ που δεν έλεγα ποτέ τίποτα για να τον στενοχωρήσω έβγαζα έναν εαυτό επιθετικό, απαιτητικό. Ήθελα όσα νόμιζα πως άξιζα να τα έχω χωρίς να χρειάζεται κάθε φορά δίνω κάτι σε αντάλλαγμα.
Η συζήτηση που ήθελε να κάνει, δεν γινόταν ούτε από το ΜΣΝ , ούτε από το τηλέφωνο. Αν ήθελε να έχει μια δεύτερη ευκαιρία όφειλε να βρει το θάρρος, να με κοιτάξει στα μάτια και να μου μιλήσει.
Κάτι που οι πιο πολλοί θεωρούν αυτονόητο, για μένα έπρεπε να είναι ο πιο αυστηρός όρος που του έβαλα για να μου μιλήσει.
Πάντα προτιμούσε την εύκολη λύση όταν ήθελε να φύγει: Δεν σήκωνε τα τηλέφωνα, δεν εμφανιζόταν στο μαγαζί, δεν απαντούσε στα μηνύματα, δεν έστελνε εμαιλ, άσχετα με το πόσο ζεστά και τρυφερά παρακαλούσα για μία απάντηση, μια εξήγηση.
Η σιωπή ήταν πάντα ο δικός του τρόπος. Κι όσες φορές κι αν κατέθεσα πως αυτό με πληγώνει, με μειώνει, με στήνει στον τοίχο χωρίς να έχω φταίξει σε κάτι, εκείνος δεν έβαζε ποτέ νερό στο κρασί του.
Ήταν ο πιο εύκολος τρόπος του να με πονέσει για ό,τι του συνέβαινε. Ακόμα κι αν αυτό δεν είχε καμμία σχέση με μένα.
Εγώ ήμουν απλά το καλύτερο άτομο για να μπορεί να ξεσπάσει το θυμό του.
Έτσι ήταν μεγάλη η έκπληξή μου όταν δέχτηκε και μου έκλεισε ραντεβού για να μου μιλήσει από κοντά.
Μια συνάντηση που ήταν αστεία.... μα την κρατώ τόσο τρυφερά μέσα μου που τίποτα δεν θα την αγγίξει...
Είχε βλέμμα μικρού παιδιού που το έπιασαν την ώρα που έκλεβε στο παιχνίδι.
Δεν με κοίταξε σχεδόν καθόλου στα μάτια. Ήταν αμήχανος, ντροπαλός, σχεδόν εκνευρισμένος.
Όταν κάθισε απέναντί μου, σταύρωσα τα χέρια μου σε θέση άμυνας. Και περίμενα. Μα σιώπησε ξανά...
Σε κανένα γιατί μου δεν είχε απάντηση.
Μόνο σε ένα.... : "Γιατί τόσα ψέμματα...;;" "Δεν ξέρω..."
Ποτέ δεν ήξερε. Ούτε καν στο τέλος....
Με τον καιρό η απόσταση που είχαμε κατάφερε να την καλύψει, έσβησε το διάστημα που ήμασταν χώρια, έβλεπα την προσπάθειά του να σβήσει και την απουσία του. Αποφεύγαμε τα δύσκολα θέματα όπως "σύζυγος, ερωμένη, νέα ερωμένη, παιδική φίλη, υπάλληλος" και ξαναμαθαίναμε ο ένας τον άλλον από την αρχή.
Κάποιες από αυτές τις συζητήσεις ήταν μια υπέροχη ανάμνηση με εκείνον να μου θυμίζει το καλό του χιούμορ, την ευκολία του να μεταδίδει την καλή του διάθεση μα το κυριότερο, την αισιοδοξία του.
Μέχρι που η αναμονή που συνήθιζε να με βάζει στο παρελθόν έγινε αβάσταχτη για τον ίδιο και απαιτούσε μια απάντηση. Αν θα δεχόμουν να ξαναγυρίσω κοντά του.
Μια συνομιλία μας κράτησε μέχρι το πρωί.
Εγώ που δεν έλεγα ποτέ τίποτα για να τον στενοχωρήσω έβγαζα έναν εαυτό επιθετικό, απαιτητικό. Ήθελα όσα νόμιζα πως άξιζα να τα έχω χωρίς να χρειάζεται κάθε φορά δίνω κάτι σε αντάλλαγμα.
Η συζήτηση που ήθελε να κάνει, δεν γινόταν ούτε από το ΜΣΝ , ούτε από το τηλέφωνο. Αν ήθελε να έχει μια δεύτερη ευκαιρία όφειλε να βρει το θάρρος, να με κοιτάξει στα μάτια και να μου μιλήσει.
Κάτι που οι πιο πολλοί θεωρούν αυτονόητο, για μένα έπρεπε να είναι ο πιο αυστηρός όρος που του έβαλα για να μου μιλήσει.
Πάντα προτιμούσε την εύκολη λύση όταν ήθελε να φύγει: Δεν σήκωνε τα τηλέφωνα, δεν εμφανιζόταν στο μαγαζί, δεν απαντούσε στα μηνύματα, δεν έστελνε εμαιλ, άσχετα με το πόσο ζεστά και τρυφερά παρακαλούσα για μία απάντηση, μια εξήγηση.
Η σιωπή ήταν πάντα ο δικός του τρόπος. Κι όσες φορές κι αν κατέθεσα πως αυτό με πληγώνει, με μειώνει, με στήνει στον τοίχο χωρίς να έχω φταίξει σε κάτι, εκείνος δεν έβαζε ποτέ νερό στο κρασί του.
Ήταν ο πιο εύκολος τρόπος του να με πονέσει για ό,τι του συνέβαινε. Ακόμα κι αν αυτό δεν είχε καμμία σχέση με μένα.
Εγώ ήμουν απλά το καλύτερο άτομο για να μπορεί να ξεσπάσει το θυμό του.
Έτσι ήταν μεγάλη η έκπληξή μου όταν δέχτηκε και μου έκλεισε ραντεβού για να μου μιλήσει από κοντά.
Μια συνάντηση που ήταν αστεία.... μα την κρατώ τόσο τρυφερά μέσα μου που τίποτα δεν θα την αγγίξει...
Είχε βλέμμα μικρού παιδιού που το έπιασαν την ώρα που έκλεβε στο παιχνίδι.
Δεν με κοίταξε σχεδόν καθόλου στα μάτια. Ήταν αμήχανος, ντροπαλός, σχεδόν εκνευρισμένος.
Όταν κάθισε απέναντί μου, σταύρωσα τα χέρια μου σε θέση άμυνας. Και περίμενα. Μα σιώπησε ξανά...
Σε κανένα γιατί μου δεν είχε απάντηση.
Μόνο σε ένα.... : "Γιατί τόσα ψέμματα...;;" "Δεν ξέρω..."
Ποτέ δεν ήξερε. Ούτε καν στο τέλος....
Δευτέρα, Ιουνίου 12, 2006
Δίλημμα
Έτσι έμενε η απόφαση σε μένα. Την οποία τότε, αρνήθηκα να πάρω.
Φοβόμουν πως θα διακινδύνευα την τόσο εύθραυστη ισορροπία που είχα αποκτήσει και τη φύλαγα ως κόρη οφθαλμού.
Ένοιωθα κουρασμένη φοβερά, όχι μόνο σωματικά αλλά και ψυχικά. Δεν άφηνα τους άλλους πια να με σπρώχνουν στη γραμμή του πυρός γιατί εκείνοι πίστευαν πως είμαι πιο δυνατή και είχα περισσότερο κουράγιο να πάρω αποφάσεις και γιαυτούς.
Δεν ξέρω αν με αυτή του την απάντηση ήθελε να χαρώ.
Δεν ξέρω καν αν του έφτανε ακόμα και του ίδιου για να δικαιολογήσει τον εαυτό του.
Ήξερα όμως πως εθελοντικά δεν θα έβαζα ξανά τον εαυτό μου στον κίνδυνο να βρεθώ κοντά του.
Γιατί μέχρι τότε πίστευα πως κάθε φορά, όταν βρίσκαμε μια χρυσή τομή μέσα στο μπάχαλο της επικοινωνίας μας, θα κρατούσε γιατί είχε ποτιστεί με πολύ προσπάθεια. Από μέρους μου.
Και κάθε φορά που χαλάρωνα, ηρεμούσα κι έπαυα να αναρωτιέμαι, ακριβώς την ίδια στιγμή τραβούσε το χαλί κάτω από τα πόδια μου κι απολάμβανε τον χορό μου.
Είχα ακούσει τα πάντα μέχρι τότε: Πως ήμουν απλά ένα πάθος, πως αναρωτιόταν μήπως ο σαρκικός πόθος τον κρατούσε μαζί μου, πως είχε αμφιβολίες για τα αισθήματά του, πως δεν ήταν σίγουρος αν έκανε το σωστό, πως ήταν σίγουρος πως δεν με αγαπούσε, πως με διέγραφε, πως , όταν ήταν σίγουρος πια για τον έρωτά του στο πρόσωπό μου, η αγάπη δεν είχε καμία σημασία και καμία δύναμη να κρατήσει δύο ανθρώπους μαζί.
Όλα αυτά σε ανύποπτες για μένα στιγμές. Όταν πίστευα κάθε φορά μετά από απουσίες και σιωπές πως "Αυτή τη φορά θα είναι καλύτερα." "Αυτή τη φορά θα τα καταφέρουμε.."
Για να χρησιμοποιήσεις όμως πληθυντικό, θα πρέπει να το θέλει και ο άλλος.
Κι εκείνος δυστυχώς δεν ήξερε.
Μιλούσαμε αραιά και που στο ΜΣΝ, όταν είχα χρόνο ή διάθεση να μπαίνω.
Δεν στηνόμουν πια με τις ώρες περιμένοντας ένα μήνυμά του.
Δεν ήθελα.
Εκεί έξω προσπαθούσα να φτιάξω τη ζωή μου που την είχα στείλει στο διάολο, και ο χωρισμός μας μου είχε μάθει πως ποτέ δεν θα ήταν εκεί στα δύσκολα για μένα. Ήμουνα μόνη.
Όσες φορές κι αν του δόθηκε η ευκαιρία να είναι ανθρώπινα δίπλα μου, για μια κουβέντα, ένα χάδι, όσες φορές κι αν ανθρώπινα μπορούσε απλά λίγο να με "σπρώξει" να μη βουλιάξω κάτω από τα προβλήματα, εκείνος είχε επιλέξει τη σιωπή ή τη φυγή.
Όταν μιλούσαμε τα θέματά μας ή μάλλον τα θέματά του ήταν ανώδυνα. Έξω από εμάς.
Περί δουλειάς, οικογένειας, θέματα χαλαρά.
Έβλεπα την προσπάθειά του να με διασκεδάσει, και δήλωνε πως αν του έδινα ακόμα μια ευκαιρία... "Θα δεις... Αυτή τη φορά θα είναι αλλιώς".
Μα δεν ήξερε πως εγώ δεν ήθελα να είναι "αλλιώς" .
Είχα ανάγκη να μην ξανασπάσει η καρδιά μου. Είχα ανάγκη από αλήθειες.
Κι εκείνος υποσχόταν πως "Για τίποτα στον κόσμο δεν θα σε ξαναπλήγωνα....."
Φοβόμουν πως θα διακινδύνευα την τόσο εύθραυστη ισορροπία που είχα αποκτήσει και τη φύλαγα ως κόρη οφθαλμού.
Ένοιωθα κουρασμένη φοβερά, όχι μόνο σωματικά αλλά και ψυχικά. Δεν άφηνα τους άλλους πια να με σπρώχνουν στη γραμμή του πυρός γιατί εκείνοι πίστευαν πως είμαι πιο δυνατή και είχα περισσότερο κουράγιο να πάρω αποφάσεις και γιαυτούς.
Δεν ξέρω αν με αυτή του την απάντηση ήθελε να χαρώ.
Δεν ξέρω καν αν του έφτανε ακόμα και του ίδιου για να δικαιολογήσει τον εαυτό του.
Ήξερα όμως πως εθελοντικά δεν θα έβαζα ξανά τον εαυτό μου στον κίνδυνο να βρεθώ κοντά του.
Γιατί μέχρι τότε πίστευα πως κάθε φορά, όταν βρίσκαμε μια χρυσή τομή μέσα στο μπάχαλο της επικοινωνίας μας, θα κρατούσε γιατί είχε ποτιστεί με πολύ προσπάθεια. Από μέρους μου.
Και κάθε φορά που χαλάρωνα, ηρεμούσα κι έπαυα να αναρωτιέμαι, ακριβώς την ίδια στιγμή τραβούσε το χαλί κάτω από τα πόδια μου κι απολάμβανε τον χορό μου.
Είχα ακούσει τα πάντα μέχρι τότε: Πως ήμουν απλά ένα πάθος, πως αναρωτιόταν μήπως ο σαρκικός πόθος τον κρατούσε μαζί μου, πως είχε αμφιβολίες για τα αισθήματά του, πως δεν ήταν σίγουρος αν έκανε το σωστό, πως ήταν σίγουρος πως δεν με αγαπούσε, πως με διέγραφε, πως , όταν ήταν σίγουρος πια για τον έρωτά του στο πρόσωπό μου, η αγάπη δεν είχε καμία σημασία και καμία δύναμη να κρατήσει δύο ανθρώπους μαζί.
Όλα αυτά σε ανύποπτες για μένα στιγμές. Όταν πίστευα κάθε φορά μετά από απουσίες και σιωπές πως "Αυτή τη φορά θα είναι καλύτερα." "Αυτή τη φορά θα τα καταφέρουμε.."
Για να χρησιμοποιήσεις όμως πληθυντικό, θα πρέπει να το θέλει και ο άλλος.
Κι εκείνος δυστυχώς δεν ήξερε.
Μιλούσαμε αραιά και που στο ΜΣΝ, όταν είχα χρόνο ή διάθεση να μπαίνω.
Δεν στηνόμουν πια με τις ώρες περιμένοντας ένα μήνυμά του.
Δεν ήθελα.
Εκεί έξω προσπαθούσα να φτιάξω τη ζωή μου που την είχα στείλει στο διάολο, και ο χωρισμός μας μου είχε μάθει πως ποτέ δεν θα ήταν εκεί στα δύσκολα για μένα. Ήμουνα μόνη.
Όσες φορές κι αν του δόθηκε η ευκαιρία να είναι ανθρώπινα δίπλα μου, για μια κουβέντα, ένα χάδι, όσες φορές κι αν ανθρώπινα μπορούσε απλά λίγο να με "σπρώξει" να μη βουλιάξω κάτω από τα προβλήματα, εκείνος είχε επιλέξει τη σιωπή ή τη φυγή.
Όταν μιλούσαμε τα θέματά μας ή μάλλον τα θέματά του ήταν ανώδυνα. Έξω από εμάς.
Περί δουλειάς, οικογένειας, θέματα χαλαρά.
Έβλεπα την προσπάθειά του να με διασκεδάσει, και δήλωνε πως αν του έδινα ακόμα μια ευκαιρία... "Θα δεις... Αυτή τη φορά θα είναι αλλιώς".
Μα δεν ήξερε πως εγώ δεν ήθελα να είναι "αλλιώς" .
Είχα ανάγκη να μην ξανασπάσει η καρδιά μου. Είχα ανάγκη από αλήθειες.
Κι εκείνος υποσχόταν πως "Για τίποτα στον κόσμο δεν θα σε ξαναπλήγωνα....."
Δευτέρα, Ιουνίου 05, 2006
Σκορπιός και βάτραχος
Λέει ο σκορπιός στο βάτραχο:
"Θέλεις να ανέβω επάνω στην πλάτη σου και να κολυμπήσεις μέχρι την άλλη όχθη του ποταμού;".
Λέει ο βάτραχος:
"Μα πού ξέρω ότι δε θα με δαγκώσεις στα μισά της διαδρομής;".
"Μα αν σε δαγκώσω, θα πεθάνεις και θα βουλιάξουμε κι οι δύο" απαντάει ο σκορπιός και πείθει το βάτραχο, ο οποίος τον παίρνει στην πλάτη του και αρχίζει να διασχίζει το ποτάμι.
Στη μέση της διαδρομής ο σκορπιός δαγκώνει το βάτραχο και, πριν βουλιάξουν και οι δύο, ο βάτραχος φωνάζει απορημένος:
"Μα γιατί με δάγκωσες, αφού θα πνιγείς κι εσύ;".
"Το ξέρω", λέει ο σκορπιός, "μα είναι η φύση μου τέτοια".
"Θέλεις να ανέβω επάνω στην πλάτη σου και να κολυμπήσεις μέχρι την άλλη όχθη του ποταμού;".
Λέει ο βάτραχος:
"Μα πού ξέρω ότι δε θα με δαγκώσεις στα μισά της διαδρομής;".
"Μα αν σε δαγκώσω, θα πεθάνεις και θα βουλιάξουμε κι οι δύο" απαντάει ο σκορπιός και πείθει το βάτραχο, ο οποίος τον παίρνει στην πλάτη του και αρχίζει να διασχίζει το ποτάμι.
Στη μέση της διαδρομής ο σκορπιός δαγκώνει το βάτραχο και, πριν βουλιάξουν και οι δύο, ο βάτραχος φωνάζει απορημένος:
"Μα γιατί με δάγκωσες, αφού θα πνιγείς κι εσύ;".
"Το ξέρω", λέει ο σκορπιός, "μα είναι η φύση μου τέτοια".
Μια νέα συνέχεια
Άρχισαν σιγά σιγά τα μηνύματα γεμάτα ενδιαφέρον. Όσο και αν απέφευγα να μιλήσουμε γιατί αισθανόμουν πως δεν είχα κάτι να πω τόσο έκανε έντονη την παρουσία του.
Για πρώτη φορά ενδιαφερόταν να μάθει τι γίνεται στο δικό μου περιβάλλον. Με τα παιδιά μου, τους γονείς μου, τον άντρα μου.
Κάποια στιγμή βρεθήκαμε στο ΜΣΝ. Η επιμονή του εξάλλου ήταν πάντα το δυνατό του σημείο και η δική μου αχίλλειος πτέρνα.
Οι προτάσεις ήταν γεμάτες αμηχανία και ατελείωτες σιωπές. Έβλεπα την δική του προσπάθεια να δικαιολογήσει ό,τι είχε κάνει όπως κι εκείνος έβλεπε την δική μου ουδετερότητα και γιαυτό έπαιρνε θάρρος και συνέχιζε.
Μιλήσαμε αρκετά εκείνη τη φορά. Ήταν η πρώτη μας φορά μετά από 5 μήνες. Προσπαθούσε να προλάβει το χαμένο καιρό, ενώ εγώ λυπόμουν για τις στιγμές που χάθηκε ο Έρωτας.
Η πόρτα εμπιστοσύνης που είχαμε πάντα ανοιχτή για τα προσωπικά μας ζητήματα , έδειχνε να μην έχει κλείσει. Παρόλα αυτά δεν μπορούσα να του πω τα προβλήματα που αντιμετώπιζα από τους δικούς μου και την προσπάθειά τους να μου δημιουργούν συνεχώς προβλήματα.
Δεν ξέρω αν ήταν υπερηφάνεια ή άμυνα. Αυτό που δεν ήθελα ποτέ ήταν να περάσει έστω για μια φορά από το μυαλό του ότι υποννοούσα "Κοίτα τι έκανα/έπαθα εγώ για σένα".
Ο Έρωτας δεν μετριέται με τα πράγματα που κάνεις για τον άλλον. Ο Έρωτας είναι έμπνευση. Εμπνέεσαι να δημιουργήσεις, να χαρίσεις, να χαριστείς. Να δώσεις... κι όταν λαμβάνεις δεν το συγκρίνεις. Δεν μειώνεται η αξία των δικών σου συναισθημάτων ακόμα κι αν ο άλλος δεν έχει τη διάθεση να ανταποκριθεί.
Τον Έρωτα δεν τον μετράς με το τι έδωσες και τι πήρες.
Στο παρελθόν είχα φύγει από τη ζωή του, απαρνήθηκα ακόμα και τον ίδιο τον Έρωτα γιατί πίστευα πως έτσι θα ήταν πιο ευτυχισμένος και ασφαλής.
Αυτό με μείωνε; Μείωνε την ένταση των συναισθημάτων μου; Δεν το πιστεύω....
Μιλήσαμε κι άλλες φορές. Ο χρόνος βοηθάει λένε κι εγώ άρχιζα να το πιστεύω.
Θεωρούσε ότι επειδή δεν έκανε έρωτα με τη Γωγώ, ήταν και αθώος.
Μα το δικό μου πρόβλημα δεν ήταν η Γωγώ ή η κάθε Γωγώ. Ήταν εκείνος.
Κι εκείνος ήταν πολύ εγωιστής για να το παραδεχτεί.
Πίστευα πως ποτέ κανένας άνθρωπος δεν είχε υπάρξει τόσο σταθερός στη ζωή του όπως εγώ.
Και πως αυτός θα ήταν ένας λόγος για να με εμπιστευθεί αλλά κυρίως να εμπιστευθεί τον εαυτό του και τα αισθήματα που έλεγε πως έχει για μένα.
Μια φορά μόνο τον ρώτησα "Γιατί;"...
Και η απάντησή του ήταν ο μύθος του σκορπιού με τον βάτραχο.
Για πρώτη φορά ενδιαφερόταν να μάθει τι γίνεται στο δικό μου περιβάλλον. Με τα παιδιά μου, τους γονείς μου, τον άντρα μου.
Κάποια στιγμή βρεθήκαμε στο ΜΣΝ. Η επιμονή του εξάλλου ήταν πάντα το δυνατό του σημείο και η δική μου αχίλλειος πτέρνα.
Οι προτάσεις ήταν γεμάτες αμηχανία και ατελείωτες σιωπές. Έβλεπα την δική του προσπάθεια να δικαιολογήσει ό,τι είχε κάνει όπως κι εκείνος έβλεπε την δική μου ουδετερότητα και γιαυτό έπαιρνε θάρρος και συνέχιζε.
Μιλήσαμε αρκετά εκείνη τη φορά. Ήταν η πρώτη μας φορά μετά από 5 μήνες. Προσπαθούσε να προλάβει το χαμένο καιρό, ενώ εγώ λυπόμουν για τις στιγμές που χάθηκε ο Έρωτας.
Η πόρτα εμπιστοσύνης που είχαμε πάντα ανοιχτή για τα προσωπικά μας ζητήματα , έδειχνε να μην έχει κλείσει. Παρόλα αυτά δεν μπορούσα να του πω τα προβλήματα που αντιμετώπιζα από τους δικούς μου και την προσπάθειά τους να μου δημιουργούν συνεχώς προβλήματα.
Δεν ξέρω αν ήταν υπερηφάνεια ή άμυνα. Αυτό που δεν ήθελα ποτέ ήταν να περάσει έστω για μια φορά από το μυαλό του ότι υποννοούσα "Κοίτα τι έκανα/έπαθα εγώ για σένα".
Ο Έρωτας δεν μετριέται με τα πράγματα που κάνεις για τον άλλον. Ο Έρωτας είναι έμπνευση. Εμπνέεσαι να δημιουργήσεις, να χαρίσεις, να χαριστείς. Να δώσεις... κι όταν λαμβάνεις δεν το συγκρίνεις. Δεν μειώνεται η αξία των δικών σου συναισθημάτων ακόμα κι αν ο άλλος δεν έχει τη διάθεση να ανταποκριθεί.
Τον Έρωτα δεν τον μετράς με το τι έδωσες και τι πήρες.
Στο παρελθόν είχα φύγει από τη ζωή του, απαρνήθηκα ακόμα και τον ίδιο τον Έρωτα γιατί πίστευα πως έτσι θα ήταν πιο ευτυχισμένος και ασφαλής.
Αυτό με μείωνε; Μείωνε την ένταση των συναισθημάτων μου; Δεν το πιστεύω....
Μιλήσαμε κι άλλες φορές. Ο χρόνος βοηθάει λένε κι εγώ άρχιζα να το πιστεύω.
Θεωρούσε ότι επειδή δεν έκανε έρωτα με τη Γωγώ, ήταν και αθώος.
Μα το δικό μου πρόβλημα δεν ήταν η Γωγώ ή η κάθε Γωγώ. Ήταν εκείνος.
Κι εκείνος ήταν πολύ εγωιστής για να το παραδεχτεί.
Πίστευα πως ποτέ κανένας άνθρωπος δεν είχε υπάρξει τόσο σταθερός στη ζωή του όπως εγώ.
Και πως αυτός θα ήταν ένας λόγος για να με εμπιστευθεί αλλά κυρίως να εμπιστευθεί τον εαυτό του και τα αισθήματα που έλεγε πως έχει για μένα.
Μια φορά μόνο τον ρώτησα "Γιατί;"...
Και η απάντησή του ήταν ο μύθος του σκορπιού με τον βάτραχο.
Σάββατο, Ιουνίου 03, 2006
Oh mon amour!
Christophe - Oh mon Amour
Είναι το κομμάτι που ακούγεται για όσους ρώτησαν.
Οι στίχοι είναι ΑΥΤΟΙ από το Μαύρο Γάτο που τα πάει καλά ΚΑΙ με Γαλλικά...
Ακούστηκε κάπου πριν πολλά χρόνια όταν πήγαινα σχολείο ακόμα.
Αγαπήθηκε όταν άκουσα μια υπόσχεση που αφορούσε τη Γαλλία.
Μια υπόσχεση που έμεινε κι αυτή στα λόγια.
Είναι το κομμάτι που ακούγεται για όσους ρώτησαν.
Οι στίχοι είναι ΑΥΤΟΙ από το Μαύρο Γάτο που τα πάει καλά ΚΑΙ με Γαλλικά...
Ακούστηκε κάπου πριν πολλά χρόνια όταν πήγαινα σχολείο ακόμα.
Αγαπήθηκε όταν άκουσα μια υπόσχεση που αφορούσε τη Γαλλία.
Μια υπόσχεση που έμεινε κι αυτή στα λόγια.
Παρασκευή, Ιουνίου 02, 2006
Σόρρυ
"Αντιμετωπίζω κάποια προβλήματα. Δεν έχω και την καλύτερη διάθεση να μιλήσω αυτό τον καιρό. Δεν έχει να κάνει με σένα απλά πιστεύω ότι και να μιλήσουμε δεν θα με βοηθήσει ιδιαίτερα. Είμαι κακόκεφη και απαισιόδοξη και οι καταστάσεις το εντείνουν."
"Θέλω να σε δω ξανά χαρούμενη και αισιόδοξη. Όπως όταν σε γνώρισα.
Αν μπορώ να κάνω κάτι, πες το μου...μη διστάσεις. Αυτή τη φορά θέλω να είμαι εδώ. Για όλα. "
"Θέλω να σε δω ξανά χαρούμενη και αισιόδοξη. Όπως όταν σε γνώρισα.
Αν μπορώ να κάνω κάτι, πες το μου...μη διστάσεις. Αυτή τη φορά θέλω να είμαι εδώ. Για όλα. "
Εγγραφή σε:
Αναρτήσεις (Atom)