Δεν τον ρώτησα τίποτα...Έβαλα μόνο την παλάμη μου στην καρδιά του επάνω, ήμουν πια σίγουρη ως κάτι ένοιωθε πραγματικά. Έπιασα το χέρι του κι είδα πως και η δική του παλάμη ήταν ιδρωμένη. Τον κοίταζα στα μάτια που ήταν πιο μαύρα κι από τη νύχτα γύρω μας, κι έβλεπα την ίδια αμηχανία που ένοιωθα κι εγώ.
Δεν θυμάμαι να μιλήσαμε. Θυμάμαι όμως πως το σώμα του δίπλα στο δικό μου δήλωνε πως ήταν η πρώτη μου φορά που ένοιωθα συνειδητά κάτι. Με όλη μου τη λογική κι όχι με την παιδική τρέλλα της νιότης μου. Δεν είχα ανάγκη να μου επιβεβαιώσει τίποτα. Ήμουν σίγουρη πως ήταν ακριβώς το κομμάτι του παζλ που έλειπε από μια τέλεια εικόνα. Και οι δυο μας το είχαμε βάλει στη θέση του.
Κανένα άλλο αντρικό κορμί δεν είχε τέτοιο άγγιγμα κάτω από τα δάχτυλά μου. Καμμιά ανάσα που πέρασε από τη ζωή μου, δεν με ζέστανε τόσο πολύ. Καμμία αγκαλιά δεν με χώρεσε ποτέ πριν...Ήταν από τις φορές εκείνες που περιγράφουν τα Άρλεκιν, που ό,τι είσαι, καθρεφτίζεται σε έναν άνθρωπο εντελώς διαφορετικό από σένα, κι αναρωτιέσαι πως είναι δυνατόν. Ήταν που δεν χρειαζόσουν λόγια για να ακούσεις και να κρίνεις αν ο άλλος λέει αλήθεια ή ψέμματα.
Ήταν που οι λέξεις είναι φτωχές για να περιγράψουν ότι νοιώθουμε ακριβώς το ίδιο, μια στιγμή μοναδική που την μοιράζεσαι με κάποιον με την ίδια ψυχή, το ίδιο πάθος και ακριβώς το ίδιο συναίσθημα.
Βρεθήκαμε εκεί, από συμπτώσεις, χωρίς να το έχουμε σκεφτεί ή να το έχουμε ομολογήσει. Δεν το είχαμε καν σχεδιάσει. Και δεν νομίζω να το είχαμε καν φανταστεί. Και μέσα από την αμηχανία και την ντροπή, κάνεις δειλά τα βήματά σου χωρίς να ξέρεις που μπορεί να σε οδηγήσουν.
Από τις ελάχιστες φορές που βρεθήκαμε μαζί και οι δύο, εγωιστές, για να μοιραστούμε κάτιπου δεν ξέραμε ότι έκαιγε.
Ήταν το πρώτο μας βράδυ μαζί.
Μα...στους παράνομες εραστές, η μέρα είναι ο χειρότερος εχθρός. Και κύλησαν οι ώρες σαν στιγμές, κι έπρεπε να φύγει. Ήμουν τόσο γεμάτη από την παρουσία του, από την εκδήλωση των συναισθημάτων του, ένοιωθα τόσο δυνατή πια, που τίποτα δεν με φόβιζε. Κι έμεινα να αγγίζω το σχήμα του κορμιού του στα σεντόνια με τις ροζ βιολέτες...
Λάτρεψα ό,τι είχε αγγίξει, το χώμα που πατούσε, λάτρευα το χώρο που είχε το άρωμά του, στον καναπέ που έκατσε πίνοντας το χυμό πορτοκάλι, έγινε η αγαπημένη μεριά. Κράτησα μέχρι και το ποτήρι που άγγιξε....για πολύ καιρό...
Από τα πολλά βράδυα που δεν κοιμήθηκα και από τα σπάνια που χαμογελούσα όσο ήμασταν μαζί. Εκείνος έφευγε σε λίγες ώρες για ταξίδι, κι εγώ από εκείνο το βράδυ ζούσα για πολύ καιρό το γεγονός ότι έγινε η τελευταία μου σκέψη το βράδυ και η πρώτη μου σκέψη το πρωί.....
Λίγες ώρες μετά ήρθε το τελευταίο μήνυμα της Κυριακής:
"Τριγυρίζεις συνεχώς στη σκέψη μου.... Είσαι στο μυαλό και στην καρδιά μου... Σ'αγαπώ... Μη μου απαντήσεις, δεν είμαι μόνος...."
Στο γάμο, συνοδευόμενος από τη σύζυγο, τόλμησε και έστειλε ένα μήνυμα σε κάποια που έλεγε πως αγαπούσε. Και αισθανόμουν ευτυχισμένη. Όχι τόσο για το περιεχόμενο του μηνύματος. Αλλά για την πρώτη του μικρή επανάσταση. Αυτήν που του όριζε το συναίσθημα:
Να κάνει μια φορά αυτό που θέλει εκείνος κόντρα σε όλους και όλα.
"Του πόθου τ' αγρίμι
Δεν τρώει δεν πίνει δεν ξαποσταίνει
Πεινάει για σένα, διψάει για μένα και περιμένει.....
Σε θέλω στο πλευρό μου ακοίμητο φρουρό μου
με το φιλί με το σπαθί το δράκο να σκοτώσεις και νάρθεις να με σώσεις
από τη ζωή μου την κλειστή
Τι δεν θάδινα το γύρο του κορμιού σου να ξανάκανα
κι ας χανόμουνα στη λάβα την καυτή και στα παγόβουνα....
Αν μ' αγαπάς, μη μου το πεις.... αφού το ξέρω τρεις φορές θα μ'αρνηθείς....."
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου