Θα συνέχιζε το ταξίδι του για άλλες δύο μέρες. Ήδη από το ξενοδοχείο είχε μιλήσει με τον κόσμο του και δήλωνε πως ήταν σε άλλη πόλη από εκείνη που ήταν. Δεν μου ζήτησε να πάω μαζί.... Το πρωί αγχώθηκε τόσο πολύ γιατί είχε ήδη αργήσει και δεν θα προλάβαινε να κάνει όσα είχε σχεδιάσει κάνοντάς με να νοιώθω πολύ άσχημα.
Να θέλω να το βάλω στα πόδια. Και το έκανα. Ντύθηκα, κατέβηκα, τον χαιρέτησα τυπικά μπροστά στη ρεσεψιόν, εκείνος θα έπινε καφέ κι εγώ.... προσπαθούσα να καταλάβω τι λάθος έκανα.
Γυρίζοντας στη μικρή μας πόλη και οι δύο, είχα έναν λογαριασμό απλήρωτο στο όνομά μου.
Εκείνος είχε ξεχάσει τα εισιτήρια από τα διόδια στο αυτοκίνητο και ο "κόσμος" του βγήκε να ελέγξει.
Κι έγινε ο χαμός. Φωνές, τσακωμοί και φυσικά...δεν ήμουν απλά το τρίτο πρόσωπο πια..... Με έμαθε κι εκείνη.
Στο μαγαζί, η δουλειά είχε μείνει πίσω. Ούτε η αδελφή του, ούτε ο πατέρας του ήταν διατεθειμένοι να βοηθήσουν. Πήγε και πνίγηκε στη δουλειά. Δεν πήγαινε σπίτι το μεσημέρι, ούτε για να φάει. Προσπαθούσε να προλάβει τα ασυμάζευτα, ξενυχτούσε, δεν είχαμε μιλήσει παρά μονάχα μερικά λεπτά στο τηλέφωνο.
Κι αυτός που άκουγα, δεν ήταν καλά. Στο σπίτι τα πράγματα πήγαιναν από το κακό στο χειρότερο και οι συνομιλίες το βράδυ διακόπηκαν.
Τα πρωινά του μηνύματα μου ανέφεραν πως είτε δεν είχε μπει, είτε είχε μπει για λίγο για να απαντήσει σε επαγγελματικά εμαιλς και να κλείσει γιατί ο έλεγχος ήταν από πάνω του. Κάποια στιγμή, συναντηθήκαμε στο δρόμο εντελώς ξαφνικά, κι αυτός που είδα ήταν σε μαύρα χάλια. Πανικοβλήθηκα. Δεν ξέρω γιατί μα, φοβόμουν συνεχώς για εκείνον.
Και φοβόμουν πως αν ποτέ πάθει τίποτα, εγώ δεν θα το μάθαινα. Και αυτό μου δημιουργούσε περισσότερο πανικό. Εκείνος ήταν πάντα αυτός που όριζε πότε θα μιλήσουμε, εκείνος έπαιρνε τηλέφωνο, εκείνος είχε την τελευταία λέξη για το αν θα μπορούσαμε να συναντηθούμε.
Εγώ απλά έβρισκα τρόπους να μπορώ.
Δεν με πείραζε όμως αυτό. Με έκανε πιο δυστυχισμένη να ξέρω πως εκείνος δεν ήταν καλά παρά ό,τι άλλο περνούσε από το χέρι μου. Όλα τα άλλα τα πάλευα..... όταν όμως εκείνος είχε προβλήματα, εγώ δεν μπορούσα να βοηθήσω. Και η ανάγκη μου να του δηλώνω παρούσα για να δείχνω πως δεν θα άφηνα τίποτα να το περάσει μόνος του μάλλον περισσότερο πρόβλημα του δημιουργούσε.
Εκείνος είχε μάθει μόνος.....
Η κατάσταση αυτή τράβηξε καιρό. Ο συνεταιρισμός στο νέο μαγαζί με ένα συγγενικό πρόσωπο είχε εμφανίσει τα πρώτα προβλήματα και εκείνος ήταν που προσπαθούσε με χίλιους τρόπους να βρει μια λύση. Σκόνταφτε όμως στην αδιαφορία των υπολοίπων που θεωρητικά είχαν την ευθύνη του μαγαζιού, και δεν έκαναν τίποτα. Μα....αν το καράβι δεν είναι δικό σου, τι σε μέλλει κι αν βυθίζεται; Ήταν από τις ελάχιστες φορές που τον άκουγα να λέει πόσο είχε μετανοιώσει...
Και λυπόμουν γιατί το νέο μαγαζί ήταν ένα όνειρό του που το σχεδίαζε μήνες.... Τότε μου ήρθε μια σημαντική πρόταση για δουλειά αλλά στο εξωτερικό. Οι προοπτικές πολύ καλές, τα οικονομικά άριστα, το μέλλον εξασφαλισμένο. Υπήρχαν πιθανότητες ανοίγματος, και συνεργασίας με Ελλάδα και η αλήθεια ήταν ότι με έβαλε σε δίλημμα αυτή η πρόταση.
Η κατάσταση με τους δικούς μου είχε αρχίσει να παίρνει εκνευριστικές διαστάσεις, τόσο ώστε να αποφεύγω να βγαίνω από το σπίτι μη τυχόν και συναντηθούμε και αρχίσει η γκρίνια. Γκρίνια για το μαγαζί που δόθηκε, για τα έπιπλα που δεν πουλήθηκαν, γκρίνια για εκείνο, γκρίνια για το άλλο.... Ουσιαστικά, γκρίνια γιατί για πρώτη φορά δεν έκανα το δικό τους, δεν έβαλα κανενός το συμφέρον πάνω από τη δική μου ηρεμία. Σύντομα θα ξεκινούσε και ο πόλεμος μεταξύ μας..... Ήταν μια πολύ καλή ευκαιρία να φύγω...
Μα η καρδιά μου είχε ρίξει άγκυρα...... πως να να φύγω όταν όλα με κρατούσαν εδώ;
Περίμενα βράδυα να εμφανιστεί με ένα του μήνυμα να μιλήσουμε λίγο.... Ήθελα να μου πει τη γνώμη του, ήθελα να μάθω τι κάνει, ήθελα να είμαι κοντά του όσο περνούσε δύσκολα...Μα μετά σκέφτηκα πως εγώ ήμουν η αιτία που υπήρχαν προβλήματα στο σπίτι του.
Και θυμήθηκα μία από τις αρχικές μας υποσχέσεις, πως η οικογενειακή κατάσταση δεν θα ενοχληθεί ποτέ και από κανέναν. Σκεφτόμουν πως έπρεπε να του πω να χωρίσουμε. Μα δεν μου ήταν εύκολο. Όχι το να το πω. Αλλά να το τηρήσω. Όχι τόσο από τη δική μου αδυναμία. Η ξεροκεφαλιά μου ήταν πάντα ατού σε τέτοιες περιπτώσεις, μα αν εκείνος εμφανιζόταν ξανά.... με λύγιζε όποια κουβέντα κι αν μου έλεγε.....
Κι όταν κάποιο βράδυ μπήκε ξαφνικά και μιλήσαμε.... μου ζήτησε να μη φύγω. Ήξερε πως ήταν ευκαιρία η πρόταση αυτή. Και ήξερα πως θα δεχόταν την όποια απόφασή μου. Μα εγώ είχα αποφασίσει εδώ και μήνες τι ήθελα. Εκείνος έμοιαζε μόνο να μην το θυμάται.
Ανάμεσα στα νάζια του έρωτα ήταν και οι κωδικοί από τα εμαιλς. Ως ένδειξη εμπιστοσύνης ανταλλάξαμε τους κωδικούς μας ώστε να αποδείξουμε την αλήθεια των όσων λέγαμε μέχρι τότε. Είχα μπει στο δικό του λίγο πριν πάμε στην Αθήνα. Κι είχα βρει μια συνομιλία του με μία Γεωργία και μια δήλωσή του:
"Θα σου έλεγα να έρθεις μαζί μου στην Αθήνα αλλά θα το καταλάβαιναν πολλοί οπότε δεν λέει....."
Η δικαιολογία του ήταν πως η Γεωργία ήταν παιδική φίλη. Μεγάλωσαν μαζί, πήγαν μαζί σχολείο, είχαν κρατήσει επαφές και πως ακόμα και εποχές που είχαν και οι δύο και την ελευθερία και το χρόνο δεν έγινε τίποτα μεταξύ τους γιατί δεν το ήθελαν.
Τον πίστεψα.
Και μετά από καιρό, το μεσαίο μου όνομα έγινε Ηλίθια.
Κι αν δεν αντέχεις τη θέα του αίματος, μην χτυπάς ποτέ τη γροθιά σου στο μαχαίρι......
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου